29.2.08

Ο βεδουίνος

Το ταξίδι είχε κρατήσει πολλές μέρες στην έρημο, κι ο βεδουίνος μόνος του, χωρίς να έχει δει ούτε έναν άνθρωπο όλο αυτό το διάστημα, αράζει στη μικρή σκιά ενός αμμόλοφου κι όπως είχε κάτσει η καμήλα με τα οπίσθιά της γυρισμένα σε κατάλληλη θέση και με την ουρά να παιχνιδίζει ξεδιάντροπα, σκέφτηκε πως δεν θα ήταν άσχημα να την γαμήσει.
Μόλις όμως πήγε να κάνει τη δουλειά, η καμήλα σηκώθηκε. Προσπαθεί πάλι και την φέρνει στην ίδια θέση, μα πάλι τη στιγμή της πράξης, η καμήλα απομακρύνεται.
Αυτό έγινε αρκετές φορές, ώσπου κάποια στιγμή, ακούγεται ένα μοτέρ να ρετάρει κι ένα αυτοκίνητο εμφανίζεται τρεκλίζοντας από τη στροφή του λόφου, κάνει ένα "πρααφφ!!!..." και σταματάει δίπλα του. Από μέσα βγαίνει μια κουκλάρα, θεοκόμματος, που μόλις τον βλέπει, βγάζει μια κραυγή ανακούφισης.
"Αχ καλέ μου άνθρωπε, αν μου φτιάξεις το αυτοκίνητο, ό,τι μου ζητήσεις, θα το 'χεις."
"Ό,τι σου ζητήσω;"
"Ό,τι μου ζητήσεις."
Ο βεδουίνος πλακώνεται στα γρήγορα, και το επιδιορθώνει. Δοκιμάζει η κοπέλα τη μηχανή και πράγματι δούλευε εντάξει.
"Τώρα μπορείς να έχεις ό,τι θέλεις από μένα."
Κι ο βεδουίνος χαρούμενος της λέει.
"Μπορείς να μου κρατάς την καμήλα μέχρι να την πηδήξω; Μου 'χει βγάλει την πίστη τόσην ώρα η αφιλότιμη."

Δεν υπάρχουν σχόλια: